Η Ευβοϊκή παράδοση κι ο Μύλος

Ο εφευρέτης του μύλου   ( Δημ.Χρ. Σέττα) 

Ο λαός πιστεύει , ότι στο μύλο κατοικούν διάβολοι, ξωτικά , καλλικάντζαροι κι΄άλλα λογής-λογής δαιμονικά. Έχει πλάσει με την πρωτόγονη κ΄αχαλίνωτη φαντασία του πολλές σχετικές ιστορίες. Η παράδοση στην Αγι-Άννα και στα γύρω χωριά για την εφεύρεση του νερόμυλου λέει τα παρακάτω:

Πάνε αρκετά χρόνια που είχα πάει στ΄Αργύρη το μύλο για ν΄αλέσω. Εκεί βρέθηκε και ένας γέρος μυλωνάς,  απ΄το γειτονικό χωριό , την Κεράμια. Συζήτησα μαζί του για διάφορα ζητήματα σχετικά με το μύλο. Και πήρα αρκετές πληροφορίες , που μ΄ενδιέφεραν.
Για μια στιγμή ο γερο-μυλωνάς με κοίταξε κατάματα και μ΄ερώτησε  .» Συ πούσαι γραμματσμένος  και ξερς πολλά. Ξέρς ποιός πρωτόφκιαξε το μύλο; »
Με ξάφνιασε η ερώτησή του . Βρέθηκα σε δύσκολη θέση . Τι ν΄απαντήσω;  Αφού δεν γνώριζα ποιός ήταν ο εφευρέτης του ; Του είπα ένα ξερό »όχι» .
Και περίμενα ν΄ακούσω απ΄τον ίδιο, που ετοιμαζόταν να μιλήσει και να μάθω κι΄εγώ τον εφευρέτη του νερόμυλου.
Κι΄άκουσα την πιο κάτω ιστορία, απ΄το στώμα του γερο-μυλωνά:
»Το νερόμλο τον έφκιασι Χριστός, μαζί μι τ΄ς μαθηταί τ΄. Φκιάσανε τ΄δέσ, τ΄αυλάκ , του βαρέλ . Βάλανε τ΄φτιρουτή. Βάλανε τ΄ς πέτρες παν΄στου μύλου. Βάλανε ν΄τ κουφίνα κι του καρύδ΄.Ρίξανε πάν΄του σταρ΄σκουφίνα κι βάνανε μπρός για ν΄αλέσ΄νε.
Όμους δεν έπιφτι το στάρ΄μοναχό τ΄μέσα σ΄πέτρα. Κι΄είπε ο Χριστός σ΄ένανε μαθητή τ΄, κι΄τόριχνε μι το χέρ ΄, λίγο-λίγο, μέσα ΄ς τ΄ς πέτρες.
Άρχιζι κόσμους κι πάηνε να ιδεί του μύλου, που έφκιασι ΄Χριστός.
Χριστός όμους ήτανε στηναχωρημένους , γιατί δε μπόρ΄γε να βρει ένανε τρόπο να πέφτ΄το στάρ΄μοναχό τ΄ς (γ)κουφίνα. Δεν ήξερε πως να ντου κάμ΄κι΄σικλετ΄ζέτανε πολύ.
Μαζί όμως με του γκόσμου που πάηνε να ιδεί του μύλου , πήη κι Τρισκατάρατους. Γιατί τότε τρισκατάρατους κι΄Χριστός δεν ήτανε τσακουμέν΄, ήτανε φιλ.
Πήη πουλές , διάουλους καβάλα ανάποδα σ΄ένα κ΄τσό γουμάρ . Μπήκι μέσα στου μύλου. Είδε κι΄το μαθητή τ΄Χριστού , που έρριχνε του στάρ΄μι του χέρ . Έβανε τα γέλια διάουλους ξικαρδίσκη.
Κι μπήκε πάλι ανάποδα καβάλα στου κ ΄τσό του γουμάρ κι πάηνε για τη σπ΄λια τ΄. Έφ΄κη.
Τότε΄Χριστός λέει σι ένα μαθητή τ΄. Έλα δω , ου τρισκατάρατους τώρα , πάει στη σπ΄λιά τ΄ (σπηλιά του). Αυτός το κατάλαβη τι ήθελε να βάνουμι για να πέφτ΄μοναχό τ΄το στάρ΄. Αλλά δεν του λέει. Μόλις όμως θα φτάσ΄στη σπ΄λιά τ΄, πριν να μπεί ακόμα μέσα , θα το πει  ς τ΄ς συντρόφ΄τ΄.
Έτσι κι΄έγινε. Τονέ παίρνει απού  κουντά ου μαθητής το διάουλο. Πάει πάει πάει, …Μακριά πολύ μακριά…
Κι μόλις έφτασε΄ς τ΄ς συντρόφ΄τ΄, τον άκ΄ση να γελάει απού μακρυά, να ξεκαρδίζεται. Κι να λέει κι΄να κοροϊδεύ¨.
Τι χαζός κόσμους …Ρίχνε το στάρ΄μι το χέρ΄.Δε ξέρ΄νε να βάνε ένα ξ΄λάκ στου καρύδ΄, να σβαρνάει πάν΄ς  μπέτρα, να πέφτ΄μαναχό τ΄;
Τι χαζός κόσμους !…
Τ΄άκ΄σε αυτό ο μαθητής , γύρ΄σι στο Χριστό κι΄τούπε.
Κι΄τότε βάνανε του ξ΄λάκ αυτό, που λέπ΄ς , το βαρδάρ΄που λέμε.
Κι΄ύστερα γίνικη μύλος εν τάξ (ει).»

Έβηξε ο γερο-μυλωνάς , τράβηξε δύο-τρείς ρουφηξιές απ΄το τσιγάρο του και πρόσθεσε τελειώνοντας :
«»Του μύλου τούν έφκιασε Χριστός , αλλά λέπ΄ς , έχ βάν(ει) τ΄νουρά τ΄κι διάουλους. Γι΄αυτό όσες βόλτες φέρνει του λ΄θάρ΄,τόσα διαόλια έχει μέσα ο μύλος»»

(Για την αντιγραφή: Κ.Δ.Γεωργίου)

Comments

  • Νοέμβριος 22, 2012., 5:52 μμ
    Παναγιωτης Μπεσιας
    Πουλυ καλο! Ευγ'σ'.