Χριστούγεννα διαφορετικά!!!

Η προσμονή, η στέρηση, η λαχτάρα να ζήσει ο κόσμος κάποια πράγματα που ζούσε μόνο σε κάποιες γιορτές μου δίνουν σε μεγάλο βαθμό απάντησης στο ερώτημα που με βασανίζει ξεκινώντας να γράψω αυτό το άρθρο. Η νηστεία, οι δουλειές, για την  προετοιμασία των εορτών δημιουργούσαν κούραση, εξάντληση αλλά παράλληλα μια λαχτάρα και απόλαυση όλων των δρώμενων του δωδεκαημέρου (από Χριστούγεννα μέχρι Φώτα) Πως λοιπόν να απολαύσεις το Χριστουγεννιάτικο τραπέζι όταν κάθε μέρα απολαμβάνεις το κρέας και χίλια δύο καλά;

Με αυτόν τον πρόλογο θέλω αφενός να δικαιολογήσω τον τίτλο ‘’Χριστούγεννα διαφορετικά’’ και να πάω όσο μπορώ πίσω  μέσα από διάφορες πηγές, μαρτυρίες μεγαλύτερων και προσωπικές εμπειρίες, να καταγράψω τα έθιμα και το κλίμα των ημερών

Οι προετοιμασίες ξεκινούσαν πολύ νωρίτερα ώστε όλα να είναι έτοιμα για την μεγάλη γιορτή. Καθαριότητα, ασβέστωμα τις αυλές, τις πεζούλες όπου οι βροχές, τα χιόνια, οι λάσπες το επέτρεπαν, κουρελούδες καθάρισμα και ότι χρειαζόταν για να είναι το σπίτι πεντακάθαρο για τους νοικοκυραίους και τους επισκέπτες. Δύο τρεις μέρες πιο μπροστά γίνονταν οι περισσότερες δουλειές όπως θα προσπαθήσω αν τις περιγράψω παρακάτω. Την φροντίδα της προετοιμασίας στο σπίτι την είχαν κυρίως οι γυναίκες. Έπρεπε πέρα από την λάτρα του σπιτιού να φροντίσουν για τα λιγιστά ψώνια που μπορούσαν να έχουν αλλά κυρίως για να έχουν ότι χρειάζονταν από υλικά και σκεύη για τα γλυκά και το γουρούνι.

Το χριστουγεννιάτικο δένδρο

Το δέντρο ήταν μικρό έλατο η κέδρο και το έκοβε από το βουνό ο άντρας του σπιτιού η τα μεγαλύτερα παιδιά. Τα στολίδια του ήταν καρύδια κουκουνάρια, χρυσόχαρτα από τσιγάρα, φρούτα, φτερά, χειροτεχνίες όπως το αστέρι από τα παιδιά που πήγαιναν σχολείο και ότι διέθετε η κάθε οικογένεια που μπορούσε να κρεμαστεί. Η βάση ντύνονταν με βαμβάκι και φωτίζονταν με κεριά και περίμενε τον Αη Βασίλη να αποθέσει τα δώρα (για όσες οικογένειες φυσικά είχαν την δυνατότητα να τον λαδώσουν να φέρει κάτι στα παιδιά). Μετά την δεκαετία του ’70 και του ’80 φτάνουμε σιγά σιγά στην εποχή του έτοιμου δένδρου, στα έτοιμα στολίδια, τα λαμπάκια και στο στόλισμα πλέον μεγάλου μέρους ή και ολόκληρο το σπίτι μέσα έξω.

Χριστουγεννιάτικα γλυκά

Μπακλαβάς, μελομακάρονα, κουραμπιέδες και δίπλες ήταν τα κυριότερα γλυκά που φτιάχναν οι νοικοκυρές για το γιορτινό τραπέζι, για κέρασμα στους επισκέπτες όλες τις μέρες των εορτών αλλά και φίλεμα στα παιδιά που θα λέγαν τα κάλαντα και στους άντρες που σφάζαν το γουρούν’ την παραμονή.

Η γουρ΄νοχαρά

Ένα από τα σημαντικότερα χριστουγεννιάτικα έθιμα σε όλη την Ελλάδα το οποίο έχε και βιοποριστική σημασία. Ξεκινούσε από την παραμονή με το σφάξιμο και το γδάρσιμο και κορυφώνονταν την Δεύτερη μέρα των Χριστουγέννων.

Το γουρούνι το αγόραζαν μικρό από την άνοιξη και το εκτρέφαν με καλαμπόκι,  πίτ΄ρα και ότι περίσσευε από το σπίτι.  Συνήθως γίνονταν πάνω από 100 κιλά και αξιοποιούσαν τα πάντα. Έφτιαχναν λίπα που την αποθήκευαν και την χρησιμοποιούσαν όλο το χρόνο σε φαγητό και γλυκά. Λουκάνικα από το έντερο και διάφορα μέρη του ζώου, πολύ παλιά έκοβαν το κρέας πολύ ψιλά κομματάκια, αργότερα το άλεθαν σε μηχανή και δημιουργούσαν με μπαχαρικά και ξύσμα πορτοκαλιού την γέμιση. Τα στέγνωναν μέσα στο σπίτι και τα διατηρούσαν πολύ καιρό.  Το κρέας το έκοβαν κομμάτια και το πάστωναν (με χοντρό αλάτι) σε δοχεία και το διατηρούσαν για μεγάλο διάστημα. Από το δέρμα με κατάλληλη επεξεργασία έφτιαχναν τσαρούχια τα παπούτσια της εποχής. Ακόμα και η φούσκα του γουρουνιού γίνονταν μπάλα για τα παιδιά.

Το σφάξιμο του γουρουνιού γινόταν την παραμονή από ομάδες αντρών είτε συγγενών είτε της γειτονιάς. Ο μεγάλος όγκος του ζώου απαιτούσε δέσιμο από τα πόδια και κράτημα με σχοινιά για να του κόψουν το κεφάλι ή να το πυροβολήσουν με μονόβολο. Η ομάδα έσφαζε όλα τα γουρούναι της παρέας και ακολουθούσε άλλη που τα έγδερνε. Μετά τα κρέμαγαν με σχοινί από ατ πίσω πόδια συνήθως στο υπόγειο για να σιτέψει. Ο τεμαχισμός και η επεξεργασία για τα προϊόντα που αναφέραμε και πιο πάνω γίνονταν την δεύτερη μέρα.

Σε όλα τα σπίτια από νωρίς το πρωί παράλληλα με τι δουλειές άρχιζαν οι τηγανιές, τα κεφτεδάκια από την γέμιση για το λουκάνικο και το κρασί. Συνήθως οι άντρες περνούσαν από όλα τα σπίτια συγγενών και φίλων να κεραστούν και το γλέντι κράταγε πολλές ώρες.

Χριστουγεννιάτικα κάλαντα.

Τα παιδιά, σχηματίζοντας μικρές ομάδες ξυπνούσαν νωρίς το πρωί και γυρνούσαν τα σπίτια του χωριού, για να τα πούνε. Γύριζαν τραγουδώντας τα κάλαντα στα σπίτια του χωριού που δεν είχαν πένθος και οι νοικοκυρές τα φίλευαν, σύκα, καρύδια, γλυκά και σπάνια χρήματα Τα φιλέματα τα έβαζε τα καθένα στο δικό του ταγάρι. Μικροί λέγαμε όσο πιο πρωί να προλάβουμε τις άλλες παρέες για να μην έχουν μειωθεί τα μπαξίσια του σπιτιού. Πολλές φορές ο δάσκαλος του σχολείου έφτιαχνε ομάδες να πουν τα κάλαντα και τα χρήματα που συγκεντρώνονταν πήγαιναν για κάποιο σκοπό, κάτι που προκαλούσε δυσφορία στους μαθητές μιας και ήθελαν τα φιλέματα για τον εαυτό τους

 

Καλήν εσπέραν άρχοντες,
αν είναι ορισμός σας,
Χριστού την Θείαν γέννησιν,
να πω στ’ αρχοντικό σας.

Χριστός γεννάται σήμερον,
εν Βηθλεέμ τη πόλη,
οι ουρανοί αγάλλονται,
χαίρει η φύσις όλη.

Εν τω σπηλαίω τίκτεται,
εν φάτνη των αλόγων,
ο βασιλεύς των ουρανών,
και ποιητής των όλων.

Σ’ αυτό το σπίτι που ‘ρθαμε,
πέτρα να μην ραγίσει,
και ο νοικοκύρης του σπιτιού,
χίλια χρόνια να ζήσει.

Ημέρα των Χριστουγέννων

Ανήμερα το πρωί φορούσαν τα καλά τους και πήγαιναν στην εκκλησία όλη η οικογένεια.
Η Εκκλησία τα Χριστούγεννα αρχιζε κατά τις 3:00 τα ξημερώματα και σχολούσε πριν ακόμη χαράξει κατά τις 6:00. Σταδιακά η ώρα ενάρξης μετατέθηκε μετά τις 5:00 ή και αργότερα.
Το μεσημέρι όλοι μαζί έτρωγαν τα γιορτινά φαγητά. Πάνατ υπήρχε και σούπα κοτόπουλο γιατί λόγω της νηστείες πολλούς τους πείραζε η απότομη κρεατοφαγία και θελαν για αρχή κάτι πιο ελαφρύ.

ΟΙ ΚΑΛΙΚΑΤΖΑΡΟΙ

Σύμφωνα με την παράδοση ήταν μαύρα, άσχημα και ψηλά πλάσματα, με κόκκινα μάτια, τριχωτό σώμα και τραγίσια πόδια ή με μορφές που εύκολα πλάθει η φαντασία κυρίως των μικρών παιδιών. Όλο το χρόνο ζούσαν κάτω από τη Γη και προσπαθούσαν να κόψουν το τεράστιο δέντρο που την κρατούσε. Παραμονές, όμως, Χριστουγέννων άφηναν το κόψιμο του δέντρου και ανέβαιναν πάνω στη Γη, για να πειράξουν τους ανθρώπους μαγαρίζοντας τα φαγητά και τα γλυκά τους.
Έμεναν στη Γη μέχρι τα Φώτα, που αγιάζονταν τα νερά. Στο μεταξύ το μισοκομμένο δέντρο είχε θρέψει, και οι καλικάντζαροι πολέμαγαν πάλι από την αρχή και πάλι το άφηναν μισοκομμένο τα ερχόμενα Χριστούγεννα.

Οι φωτογραφίες είναι από τον Θοδωρή Καλπάκα στην σελίδα  του εκπολιτιστικού Συλλόγου στο FB

Για το papadesevias.gr Δημήτρης Ι. Αφένδρας

Comments

There are no comments yet!